Στο βάθος μιας κατάφυτης από κυπαρίσια, πλατάνια και πεύκα, χαράδρας βρίσκεται η Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Η Μονή κτίσθηκε το 1270 μ.Χ. και παρά τις αλλεπάλληλες καταστροφές αποτελεί σήμερα εκπληκτικής ομορφιάς μνημείο και Μουσείο Βυζαντινής Τέχνης. Πρώτος κτήτωρ της Μονής ήταν ο Ιωαννίκιος ο οποίος διετέλεσε και επίσκοπος Εζεβών. Η ουσιαστική επέκταση του Ναού έγινε το 1300 περίπου από τον ανηψιό του Ιωαννίκιου, Ιωακείμ, επίσκοπο Ζιχνών, ο οποίος έκτισε τον Καθολικό Ναό που διατηρείται έως σήμερα, καθώς και την Τράπεζα για το γεύμα των μοναχών και ψηλά τείχη καλύπτοντας υτην έκταση όλης της Μονής.
Την Εφορία της Μονής ανέλαβε το 1332 μ.Χ. ο αρχιστράτηγος Δομέστιχος και μετέπειτα Αυτοκράτορας Ιωάννης Καντακουζηνός. Την περίοδο εκείνη η Μονή αναδείχθηκε με αυτοκρατορικό διάταγμα Σαυροπηγιακή και πατριαρχική. Το 1345 η Μονή υπέστη μεγάλες καταστροφές από την επιδρομή των Σέρβων και χάριν της Ελένης, συζύγου του Σέρβου Κράλη Στέφανου Δουσάν διέφυγε την ολοκληρωτική καταστροφή. Το 1353 με δική της ενέργεια έγινε η προσάρτηση στη Μονή του Μονυδρίου της Αγίας Αναστασίας και της Παναγίας Οστρινής. Το 1371, πριν από την οριστική κατάληψη των Σερρών από τους Τούρκους, οι μοναχοί απέσπασαν από τον Μουράτ τον Α’ σουλτανικό φιρμάνι, με το οποίο η Μονή απαλλασσόταν από τον έγγειο φόρο. Από το 1457 ως το 1462 στη Μονή μόνασε ο πρώτος μετά την άλωση της κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης Γεννάδιος ο Σχολάριος όπου και έμεινε έως το θάνατό του. τάφηκε στο Μεσονυκτικό κοντά στους τάφους των δύο Κτιτόρων. Το 1854 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του τα οποία φυλάσσονται σε ειδική κιβωτό έως σήμερα.
Στα μέσα του 18ου αιώνα λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων οι μοναχοί εγκατέλειψαν την κοινοβιακή ζωή και υιοθέτησαν το ιδιόρρυθμο σύστημα. Σοβαρότατο πλήγμα για τη Μονή αποτέλεσε η λεηλάτηση της βιβλιοθήκης της τον Ιούλιο του 1917 από τους Βουλγάρους, οι οποίοι μαζί με τους αιχμαλώτους μοναχούς έστειλαν στη Βουλγαρία 24 Ευαγγέλια, 200 σπάνια χειρόγραφα σε χαρτί, 1500 παλιά βιβλία, 100 τόμους χειρογράφων σε μεμβράνη, τέσσερα χρυσόβουλα Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, πέντε πατριαρχικά σιγίλλια και πολλά άλλα πολύτιμα ιερά αντικείμενα. Με τη συνθήκη του Neuilly, ορισμένα χειρόγραφα επιστράφηκαν και πιθανότατα βρίσκονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αθήνας, ενώ ο μεγαλύτερος αριθμός αυτών παραμένει στη Σόφια. Τα πολύτιμα αυτά αντικείμενα φυλασσόταν στη βιβλιοθήκη της Μονής στον Πύργο της ΝΔ γωνίας του τείχους, που περιβάλλει το μοναστήρι.
Ο κεντρικός ναός της Μονής διατηρείται λιθόκτιστος και αποτελείται από την Ενάτη, το Μεσονυκτικό και από το Καθολικό μαζί με το Ιερό Βήμα. ο Ναός αποτελεί μνημείο Βυζαντινής Αγιογραφίας, οι τοιχογραφίες του οποίου στο Μεσονυκτικό αποδίδονται στον Μακεδόνα Αγιογράφο Πανσέληνο. Οι παλαιότερες είναι αυτές που έγιναν κατά τη διάρκεια της Ηγουμενίας του δεύτερου κτήτορα Ιωακείμ και διακρίνονται για την εκφραστικότητα, το ρεαλισμό και την παθητικότητα. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και χρονολογείται στο 1804. Δεξιά και αριστερά είναι αναρτημένες οι εικόνες του Χριστού Παντοκράτορα και της Παναγίας Οδηγήτριας που προέρχονται από το αρχικό τέμπλο του καθολικού και μαζί με το πρώτο στρώμα τοιχογραφιών της Ενάτης αντιπροσωπεύουν την τέχνη της ακμής των Παλαιολόγων. Χιλιάδες άνθρωποι επισκέπτονται τη Μονή που αποτελεί θησαυρό αμύθητης καλλιτεχνικής και ιστορικής αξίας.
Από το 1986 εγκαταστήθηκε γυναικεία αδελφότητα που σε συνεργασία με τη 12η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Καβάλας έχει αναλάβει το έργο της συντήρησης και της αναστήλωσης.